Άγιος Σπυρίδωνας
Άγιος Σπυρίδωνας
Η ιστορία της εκκλησίας του Αγίου Σπυρίδωνα, πολιούχου του Πειραιά, είναι η ιστορία ενός μοναστηριού με ρίζες που φθάνουν -σύμφωνα με κάποιες αναφορές- στον 11ο – 12ο αιώνα. Άλλες ιστορικές πηγές θεωρούν, πάντως, ότι κτίστηκε ως ένας μικρός ναός τον 16ο αιώνα. Αυτό που είναι αποδεδειγμένο είναι πως στα χρόνια της Φραγκοκρατίας και της Τουρκοκρατίας υπήρχε μοναστήρι του Αγίου Σπυρίδωνα στη ΒΑ πλευρά του λεγόμενου Πόρτο Δράκο, ή Porto Leone, εκεί όπου υψώνεται ο Λέων του Πειραιά.
Ο θρύλος θέλει κάποιους καλόγερους να ξεκινούν την ασκητική ζωή τους σε έναν γυμνό λόφο με σπηλιές (θεόσπιτα) στην έρημη τότε ανατολική πλευρά του Πειραιά. Στα πρότυπα των μονών του Αγίου Όρους, έφτιαξαν κτίσματα που κατέληξαν να πάρουν φρουριακή μορφή. Ναυτικοί χάρτες και περιηγητές της εποχής της Φραγκοκρατίας και της Τουρκοκρατίας κατέγραψαν την ύπαρξη της μονής. Θεωρείται ότι ήταν πλούσια και επινοικίαζε ιδιόκτητες εκτάσεις. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν καλά οχυρωμένη, με τείχος, πολεμίστρες και «ζεματίστρες» (σημεία του τείχους από όπου έριχναν καυτό λάδι στους επιτιθέμενους). Οι καλόγεροι χρειάστηκε να αποκρούσουν αρκετές φορές τις επιδρομές πειρατών και ληστών. Την περίοδο εκείνη στο μοναστήρι υπήρχαν Ηγουμενείο, Αρχονταρίκι, ξενώνες, μαγειρείο, φούρνος, τραπεζαρία. Μπορούσε να φιλοξενήσει έως και 70 επισκέπτες. Στη γιορτή του Αγίου Σπυρίδωνα οργανωνόταν μεγάλη γιορτή.
Στη διάρκεια της επανάστασης του 1821 η μονή έγινε καταφύγιο άστεγων, όμως και η ίδια δεν γλίτωσε: Λεηλατήθηκε με τη σειρά της και καταλήφθηκε από τον στρατό του Τουρκαλβανού Ομερ Βρυώνη.
Όταν οι Φράγκοι κατέλαβαν και πάλι την Αθήνα, η ζωή επανήλθε στους προηγούμενους ρυθμούς της στην περιοχή του μοναστηριού, μέχρι που έγινε η κάθοδος του Κιουταχή το 1826. Ο βομβαρδισμός των συμμαχικών στρατευμάτων σε θέσεις των Τούρκων -κάποιοι από τους οποίους είχαν κλειστεί στο μοναστήρι- μπορεί να οδήγησε στην οριστική απελευθέρωση της πόλης, όμως είχε ως συνέπεια την καταστροφή του μοναστηριού.
Με τον ερχομό του Καποδίστρια το 1828 κάποιοι μοναχοί επέστρεψαν για να το φτιάξουν και πάλι. Γύρω από τη μονή άρχισε και το ξανακτίσιμο της πόλης του Πειραιά, ο εποικισμός της ο οποίος εντατικοποιήθηκε όταν βασιλιάς έγινε ο ‘Οθωνας (1834).
Με δάνεια, εράνους και προσφορές, μεταξύ των οποίων και του Πρέσβη της Ρωσίας, συγκεντρώθηκαν τα πρώτα ποσά για να κτιστεί νέα εκκλησία. Υποβλήθηκαν σχέδια του γνωστού Έλληνα αρχιτέκτονα Κλεάνθη, που οραματίστηκε ένα μεγαλοπρεπές κτίριο 400 τ.μ. με δύο καμπαναριά, πλούσιο γλυπτό διάκοσμο και χωρητικότητα 1000 ανθρώπων! Η πρότασή του ήταν δυσανάλογα ακριβή σε σχέση με τα οικονομικά του Δήμου, κι έτσι αναθεωρήθηκε από τον Βαυαρό μηχανικό Eduard Schaubert. Κατέληξαν σε έναν μικρότερο ναό με ένα καμπαναριό. Αυτός το 1834 ανακαινίστηκε εν μέρει και διακοσμήθηκε χάρη σε δωρεά του Ανέστη Χαντζόπουλου που είχε αγοράσει το σπίτι του Μιαούλη, απέναντι από την εκκλησία. Ο επόμενος και μεγαλύτερος ναός κτίστηκε μεταξύ 1865-1882. Από το 1926 μέχρι σήμερα ο πολιούχος της πόλης γιορτάζει με κάθε επισημότητα και περιφορά της εικόνας, στις 12 Δεκεμβρίου.
Πληροφορίες…
Βρίσκεται στην Ακτή Μιαούλη στο νούμερο 1. Τηλ.: 210 4173529.
Τον Δεκέμβριο του 1835 ο Πειραιάς συγκροτήθηκε σε Δήμο και το πρώτο Δημοτικό Συμβούλιο συνήλθε στον ναό του τότε έρημου μοναστηριού. Το 1863 ορκίστηκαν εδώ οι πρώτες Δημοτικές Αρχές.
Ο χώρος στην πρόσοψη της εκκλησίας ήταν πάντα πρόβλημα, καθώς την είχε καταλάβει η έπαυλη του Μιαούλη. Τελικά η διαμόρφωση της πλατείας έγινε στη διάρκεια της Δικτατορίας.
Το 2016 σε εκσκαφή για έργα στην πλατεία του Αγίου Σπυρίδωνα ήρθαν στο φως ερείπια της παλιάς μονής (Νάρθηκας) και ευρήματα ρωμαϊκής και βυζαντινής εποχής.
Στοιχεία έχουμε αντλήσει και από το pireorama.blogspot.com και από το https://mlp-blo-g-spot.blogspot.com
Η «στοιχειωμένη» έπαυλη Μιαούλη
Ο Ανδρέας Μιαούλης, ήταν Υδραίος διοικητής του ελληνικού στόλου σε πολλές νικηφόρες ναυμαχίες κατά την Επανάσταση του 1821, με σημαντική παρουσία και στη διάρκεια των πρώτων χρόνων του νεοσύστατου Ελληνικού κράτους. Αποφάσισε να κτίσει το σπίτι του στην ακτή του Πειραιά, μπροστά από το μοναστήρι του Αγίου Σπυρίδωνα. Το εμβληματικό κτίριο, το οποίο απέκτησε τη φήμη του «στοιχειωμένου», διακρίνεται σε πολλές ασπρόμαυρες φωτογραφίες του Πειραιά, μέχρι που κατεδαφίστηκε το 1972 και στην πρόσοψη της εκκλησίας δημιουργήθηκε πλατεία με θέα στη θάλασσα.
Οι λαϊκοί μύθοι λένε ότι στη διάρκεια του κτισίματος, ένας μαυροφορεμένος μοναχός εμφανιζόταν στα όνειρα των εργολάβων και των εργατών ρωτώντας τους «γιατί κλείνουν το σπίτι του». Φοβισμένοι έφευγαν, ο ένας μετά τον άλλον... Παρόμοια όνειρα έβλεπαν και οι Πειραιώτες που διαφωνούσαν με το κτίσιμο του σπιτιού μπροστά στην είσοδο του Αγίου Σπυρίδωνα - μάλιστα ο μοναχός στα όνειρά τους προέβλεπε πως «ο ιδιοκτήτης του σπιτιού δεν θα προλάβει να ζήσει μέσα σ’ αυτό». Έτσι στο τέλος ο Μιαούλης ανέλαβε μόνος του την κατασκευή.
Τι κρίμα όμως... Όντως δεν πρόλαβε να το κατοικήσει, καθώς πέθανε το 1835 από φυματίωση. Η παραλιακή λεωφόρος μπροστά από το σπίτι του πήρε το όνομά του. Τάφηκε στο λιμάνι, στη συνέχεια τα οστά του μεταφέρθηκαν στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, και το 1986 στην Ύδρα.
Τοποθεσία
Βρείτε τον προορισμό στον παρακάτω διαδραστικό χάρτη. Δείτε στον χάρτη.
Σχετική διαδρομή
Ακολουθήστε την παρακάτω διαδρομή και μέσω των προορισμών της γνωρίστε καλύτερα την περιοχή μας.